του Ιωάννη Ν.Πανάγου Ας υποθέσουμε ότι παίρνεις ένα δάνειο υπό κάποιες προϋποθέσεις (ένα κτήμα, ένα οικόπεδο, κάτι βρε αδελφέ…). Έστω λοιπ...
του Ιωάννη Ν.Πανάγου
Ας υποθέσουμε ότι παίρνεις ένα δάνειο υπό κάποιες προϋποθέσεις (ένα κτήμα, ένα οικόπεδο, κάτι βρε αδελφέ…). Έστω λοιπόν ότι με το δάνειο, αντί να ανοίξεις μια δουλειά, να κάνεις μια επένδυση, αγόρασες ένα σπίτι και ένα καινούργιο αυτοκίνητο, μερικά ωραία έπιπλα, ρούχα και ότι άλλο είχες απωθημένο και οπωσδήποτε καλυτέρευσες τη ζωή σου. Ξαφνικά, μια ωραία πρωία, βλέπεις ότι τα χρήματα σώθηκαν ενώ εσύ δεν έκανες καμία επένδυση… Έτσι τι κάνεις; Κάπου πρέπει να βρεις δανεικά. Να λοιπόν ένα καινούργιο δάνειο για να μπορέσεις να συνεχίσεις την όμορφη ζωή που άρχισες (με δανεικά βεβαίως να διάγεις). Και επειδή η καλοπέραση έχει έξοδα, θα πρέπει ολοένα και πιο πολύ να δανείζεσαι. Μέχρι που κάποια στιγμή, αυτοί που σου δάνειζαν, βλέπουν ότι δεν παίρνουν τα χρήματά τους και το σπουδαιότερο, δεν ξέρουν εάν τα χρήματα που κάνουν τα ενέχυρα καλύπτουν τα δάνειά σου. Έτσι τι κάνουν; Πρώτον σού λένε ότι χρήματα δεν μπορούν να σού δανείσουν άλλο. Κι εσύ; Ψάχνεις απεγνωσμένα. Έχεις κανονίσει διακοπές, έχεις παραγγείλει καινούργιο αυτοκίνητο. Κάτι πρέπει να γίνει. Παρακαλάς. Ικετεύεις. Κι αυτοί; Σού λένε ότι θα σου δανείσουν μεν, αλλά σε πρώτη φάση θέλουν εκείνο το οικοπεδάκι κοντά στη θάλασσα. Όχι. Δεν θα στο πάρουν! Να πηγαίνουν να αράζουν λίγο για διακοπές. Θα πεις όχι; Και το καλοκαίρι πέρασε και τα χρήματα σώθηκαν και πάλι, αφού αντί να δεις τι μπορούσες να κάνεις μ’ αυτά, εσύ τα ξόδεψες σε όμορφες διακοπές. Στη γύρα λοιπόν για νέο δάνειο. Αυτή τη φορά, έχουν περισσότερες απαιτήσεις. Όμορφο το σπίτι σου, να έρχονται κι αυτοί να κοιμούνται όποτε βρίσκονται στη γειτονιά σου. Και την επόμενη φορά θέλουν και το κρεβάτι σου (πιο μαλακό από τον καναπέ). Κι εσύ κάθε φορά ενδίδεις σε όλο και πιο μεγάλες απαιτήσεις. Και μια ωραία πρωία, ζητούν… ναι, αυτό που σκέφθηκες. ΚΑΙ τη γυναίκα σου (Όχι. Εσένα την επόμενη φορά). Εδώ λοιπόν, έχεις πια δύο επιλογές. Ή δίνεις ότι έχεις και δεν έχεις στους δανειστές σου και παίρνεις τη γυναίκα σου και φεύγεις ή δέχεσαι τις απαιτήσεις τους και περιμένεις το μοιραίο.
Κάπως έτσι δεν είμαστε; Διαφέρουμε κατά πολύ από το παράδειγμα; Τα καμπανάκια χτυπούσαν χρόνια τώρα αλλά εμείς ακούγαμε μόνο τα νέα που εντέχνως μας έλεγαν. Για τα στιβαρά χέρια των κυβερνώντων, τις ικανότητές τους, τα αισιόδοξα προ των εκάστοτε εκλογών μηνύματα ακολουθούμενα πάντοτε μετά τις εκλογές από μηνύματα λιτότητας που στο τελευταίο έτος κάθε τετραετίας έφερναν και έναν πακτωλό παροχών, κλπ, κλπ. Γιατί λοιπόν παρεξηγούμαστε όταν ένας ξένος λέει ψυχρά την αλήθεια; Ότι δηλαδή στην ουσία έχουμε απολέσει την εθνική μας κυριαρχία. Κι έτσι παιδιάστικα η μεν Νέα Δημοκρατία μας λέει ότι δεν το δέχεται και ούτε καν το σχολιάζει (αυτό θεωρείται υποθέτω σοβαρότητα) το δε ΠΑΣΟΚ μας λέει διά στόματος υπουργού των οικονομικών ότι ο ειπών την αλήθεια είναι και φιλέλλην (εκεί χάνουν το νόημά τους και οι λέξεις). Το ελληνικό κράτος δεν υπήρξε ουσιαστικώς ποτέ ανεξάρτητο. Από γενέσεως, ήταν υποτελές με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Αποκτήσαμε σύνορα γιατί κάποιοι αποφάσισαν να μας το επιτρέψουν. Δεν έφτασαν οι Τούρκοι στην Αθήνα το 1897 γιατί κάποιοι τους σταμάτησαν. Στη συνέχεια, όποιον ήθελαν έφερναν οι ξένοι και όποιον ήθελαν έδιωχναν. Μέσα στη φαγωμάρα μας, κάναμε και θαύματα αλλά πάντα εκεί επιστρέφαμε. Στους προστάτες μας…
Δυστυχώς, δεν μπορέσαμε ποτέ να εκμεταλλευτούμε τις καλές στιγμές αυτού του δύσμοιρου τόπου. Μοιραία καταλήξαμε εδώ που φτάσαμε και που επίσης δυστυχώς δεν είναι ο πάτος. Ο πάτος, θα είναι πολύ οδυνηρός. Τόσο, που αν μας το έλεγαν, δεν θα ξέραμε πως να αντιδράσουμε. Και επειδή το γνωρίζουν και το φοβούνται, μας το λένε σιγά σιγά. Διότι, δεν μπορείς να ξέρεις, πως θα αντιδράσει κάποιος που του λένε ότι ενώ μέχρι σήμερα έπαιρνε 1.000 ΕΥΡΩ, αύριο θα παίρνει εκατό. Τι κάνει ένας απελπισμένος άνθρωπος; Αυτοκτονεί; Παίρνει ένα όπλο και όποιον πάρει ο Χάρος; Άγνωστον. Καί ως άγνωστον καλύτερα να το αποφύγουμε. Γι’ αυτό τι κάνουμε; Με ένα μνημόνιο ελπίδας, του λέμε κατ’ αρχάς να ζήσει με 800 ΕΥΡΩ. Έτσι αρχίζει να περικόπτει τα πρώτα (θεωρούμενα ως) περιττά έξοδα. Στη συνέχεια, αφού του πούμε ότι δεν θα του πάρουμε (τώρα) το σπίτι, του κάνουμε ένα δεύτερο μνημόνιο (το βαφτίζουμε και μεσοπρόθεσμο άμα θέλουμε) και του λέμε ότι θα πάμε στα 600 ΕΥΡΩ. Κι ο φουκαράς, ανακαλύπτει ότι μπορεί να ζήσει και με αυτά, κι ας μην αγοράσει κανένα ρούχο, κι ας μην βγει έξω καθόλου. Κι ύστερα, το καταλάβατε ε; Πάμε για το επόμενο μνημόνιο (μπορεί να το πούμε και μακροπρόθεσμο, τι σημασία έχει;) και άντε μια προσπάθεια ακόμη να ζήσουμε με 400 ΕΥΡΩ. Λίγο ψωμί, τα πόδια μας να είναι καλά να περπατάμε (τόσα χρόνια με το παλιάμαξο σκουριάσαμε) και λίγη ελπίδα. Κι έτσι γραμμή για τα 200 ΕΥΡΩ και τέλος για τα 100. Το πείραμα τελείωσε. Βλέπετε ότι μπορούν να ζήσουν και με 100 ΕΥΡΩ; Και χωρίς θέρμανση, σπίτι, με σκλαβιά αντί εργασίας κι αυτή με παρακάλια, γιατί τα 100 ΕΥΡΩ είναι απαραίτητα για να κρατηθεί κάποιος στη ζωή. Τα μεγάλα εισοδήματα δεν τα θίγουμε. Τι θα αλλάξει αν κόψουμε από κάποιον που παίρνει 10.000 ΕΥΡΩ τα χίλια ή και τα 2 ακόμη και τα 3.000 ΕΥΡΩ; Καλά θα περνάει. Εξ άλλου, εάν τα κόψουμε από αυτούς, ποιός θα μας στηρίζει να βρισκόμαστε στην καρέκλα;
Το πείραμα συνεχίζεται με συνέπεια. Εκτός εάν το σταματήσουμε. Και από αυτούς, που έφεραν τη χώρα στην κατάσταση αυτή, δεν πρέπει κανείς να περιμένει τίποτε. Αν τα ίδια τα πειραματόζωα, τώρα, πριν καταλήξουν φυτά δεν το πράξουν, τότε δεν θα γίνει ποτέ, τίποτα. Αν υπάρχει λίγη αξιοπρέπεια, πρέπει να σταματήσουμε το πείραμα. Αν δεν το έχουμε καταλάβει, στο εργαστήριο βρισκόμαστε εμείς. Γι’ αυτό και τα στοιχήματα (cds, spread, κλπ). Κι όταν το πείραμα πετύχει, θα ακολουθήσουν κι άλλοι. Σε μας δοκιμάζουν τα μέσα. Σε μας δοκιμάζουν τεχνικές για πρώτη φορά. Αλλοίμονο εάν τους επιτρέψουμε να συνεχίσουν. Το πείραμα, πρέπει να σταματήσει! ΤΩΡΑ!
Αναδημοσίευση από το leonidioneaselida.blogspot.com



Δεν υπάρχουν σχόλια