Page Nav

HIDE

Grid

GRID_STYLE

Hover Effects

TRUE
{fbt_classic_header}

Header Ad

//

Breaking News:

latest

Ads Place

Απάντηση από τον Χρήστο Σταθούση προς τον κ. Στρατή Κουνιά

Αγαπητέ Στρατή, βλέπω ότι διάβασες το βιβλίο που έγραψα για τη μάχη του Λεωνιδίου και διατυπώνεις μερικές παρατηρήσεις σε ήπιο τόνο, γι α...


Αγαπητέ Στρατή, βλέπω ότι διάβασες το βιβλίο που έγραψα για τη μάχη του Λεωνιδίου και διατυπώνεις μερικές παρατηρήσεις σε ήπιο τόνο, γι αυτό και εγώ από την πλευρά μου θα απαντήσω σε ήπιο τόνο και θα τεκμηριώσω αυτά που γράφω όσο μπορώ πιο απλά.

Πρώτο θέμα που λες για την Ματίνα Καλατζή. Λέω εγώ ότι την σκοτώσανε αντάρτες κι εσύ λες ότι δεν έχω στοιχεία. Είναι αλήθεια πως δεν έχω ακριβή στοιχεία. Πλήρη στοιχεία έχουν τα 9 παιδιά της, έξι κορίτσια και τρία αγόρια, τα οποία κοιμόντουσαν στρωματσάδα κάτω με τους γονείς τους και ο ένας από το ένα μέρος  κι ο άλλος από το άλλο, τα καθησυχάζανε που είχαν πανικοβληθεί από το φόβο τους από τους πυροβολισμούς που ακούγανε.

Όταν πήγε ο Βασίλης Κοντολέων και ζήτησε βοήθεια που ήταν τραυματισμένος, σηκώθηκε η μάνα και μη ξέροντας πως οι αντάρτες είχαν πλησιάσει στα πενήντα μέτρα, έκανε το μοιραίο λάθος και άναψε το λυχνάρι.

Το παράθυρο που ήταν προς το δυτικό μέρος που ήταν οι αντάρτες δεν είχε παντζούρι παρά μόνο τζάμι και μια κουρτίνα από τη μέση και κάτω. Όταν είδαν οι αντάρτες  το φως πυροβολήσανε και τη σκοτώσανε. Σωριάστηκε νεκρή επάνω στα παιδιά της.

Εδώ έχω τη γνώμη ότι αν οι αντάρτες ξέρανε πως πίσω από το φως ήταν μια πολυμελής οικογένεια δεν θα πυροβολάγανε, αλλά νομίσανε ότι θα ήτανε κάποιος αμυνόμενος στρατιώτης ή και πολίτης. Πάντως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η σφαίρα έφυγε από όπλο αντάρτη. Αυτή την εξήγηση δίνω εγώ.

Η άλλη παρατήρηση που γράφεις, για τους νεκρούς αντάρτες που τους μεταφέρουνε στο πρώτο νεκροταφείο και τους θάψανε απέξω.
Εγώ μόνο έναν αντάρτη είδα νεκρό. Είχε σκοτωθεί δίπλα στο σπίτι του Μπούζα. Τον είχε χτυπήσει η σφαίρα στο μέτωπο και είχε βγει έξω διαμπερές. Τα παπούτσια του  ήταν τυλιγμένα με σκουτί για να μην κάνουν θόρυβο. Ούτε με τι τους μεταφέρανε είδα, ούτε που τους θάψανε. Το μόνο που ξέρω είναι ότι τους θάψανε στο Α' Νεκροταφείο. Εγώ μαζί με άλλους μαζεύαμε τους σκοτωμένους στρατιώτες και πολίτες. Τους πολίτες τους πηγαίναμε στα σπίτια τους και τους στρατιώτες στην εκκλησία του Ταξιάρχη. Αυτοί τουλάχιστον στάθηκαν τυχεροί στην ατυχία τους και τους θάψανε έστω και έξω από το νεκροταφείο. Ενώ τους άλλους δυο Λοκατζήδες, που είχανε μείνει τραυματίες πίσω από τη φάλαγγα που κατέβαινε στο Λεωνίδιο  και πεθάνανε, και  δυο αντάρτες ένας άντρας και μια γυναίκα που είχαν σκοτωθεί στη θέση Διχαλίτσες, τους φάγανε τα αγρίμια και τα κοράκια.

Επίσης την αντάρτισσα κοπέλα από το Στενό της Τριπόλεως που ήταν τραυματισμένη στη Σίο και πέθανε πάνω στον Πρέγασο, την αφήσανε οι αντάρτες άθαφτη.Τη θάψανε οι αδελφοί Καλέρηδες από τα Μέλανα που τη βρήκανε μέσα στο χωράφι τους.

Όσο για τους σκοτωμένους αντάρτες του Αγίου Βασιλείου μετά το μακελειό, όσους προλάβανε την πρώτη μέρα και τους θάψαμε έχει καλώς, τους υπόλοιπους έριξε την νύχτα ένα μέτρο χιόνι και τους σκέπασε κι ώσπου να λιώσει το χιόνι, ήρθε η  9η Μεραρχία και οι αντάρτες διαλυθήκανε, και τους υπόλοιπους που είχαν σκοτωθεί σε διάφορα σκόρπια σημεία  τους φάγανε τα αγρίμια και τα σκυλιά.

Άλλη επισήμανση που κάνεις κ. Στρατή είναι για τον Γιάννη Περδικάρη από το Στόλο Κυνουρίας που έλεγε πως τον δέσανε με συρματόσκοινο και τον ρίξανε στη θάλασσα και τον τράβαγε το πολεμικό καράβι με τους αιχμαλώτους που πήγαινε στο Ναύπλιο.

Δεν ξέρω αν την ξέρεις καλά την περιπέτεια αυτού του ανθρώπου. Εγώ θα σου πω αυτά που ξέρω.
Το παιδί αυτό ήταν 21 ετών, όσο ήμουνα και εγώ. Τσοπανάκι ήταν κι αυτό, ήταν όμως λίγο άτακτος και κάποιος μεγαλύτερος αδελφός του όλο τον κακομεταχειριζότανε και έφυγε και πήγε αντάρτης το καλοκαίρι του 1948.

Όταν ήρθανε και χτυπήσανε το Λεωνίδιο είχε έρθει και αυτός και ήτανε στον τομέα της Σίου πιο πάνω από τα λίγα σπίτια που είναι απέναντι από το ποτάμι. Σ’ ένα απ’ αυτά τα σπίτια έμενε ένας γέρος ο Καψάλης. Ένας γραφικός τύπος με κάτι μουστάκες κρεμαστές και με μαγκούρα. Το βράδυ λοιπόν της μάχης ο νεαρός Περδικάρης τον έβγαλε έξω τον γέρο από το σπίτι του, τον είχε βάλει προπέτασμα, είχε στηρίξει το όπλο του επάνω στο γέρο και έριχνε προς την απέναντι πλευρά που ήταν οι χωροφύλακες.

Το πρωί έφυγε και αυτός μαζί με τους άλλους για τον Άγιο Βασίλη. Την άλλη μέρα που έγινε η συμπλοκή στον Άγιο Βασίλη, τον πιάσανε οι Λοκατζήδες αλλά χωρίς όπλο, το είχε πετάξει και είπε εγώ δεν είμαι αντάρτης με είχανε πάρει αγωγιάτη, τον πιστέψανε και δεν τον δέσανε μαζί με τους άλλους. Του δώσανε μάλιστα ένα ψαρί μουλάρι με ένα σκοτωμένο λοκατζή και το τράβαγε. Ήρθε στο Λεωνίδιο πέρασε από εκεί που ήταν μαζεμένος ο κόσμος, πήρε και αυτός μια φέτα ψωμί και τυρί και προχώρησε. Το πρόσωπό του ήταν διακριτικό δεν ξέρω που κοιμήθηκε εκείνο το βράδυ.

Το πρωί που κυκλοφορήσανε οι Λοκατζήδες στις ταβέρνες και πίνανε τα κρασάκια και τα μεζεδάκια τους, κυκλοφόρησε κι αυτός και τον κερνάγανε οι Λοκατζήδες. Εμείς τότε σαν παιδιά τον πλησιάσαμε να μας πει τι έγινε στον Άγιο Βασίλη, γιατί οι Λοκατζήδες δεν μας δίνανε και πολλές πληροφορίες στις ερωτήσεις μας, μας απαντάγανε λακωνικά:
- Τους πελεκήσαμε.
Ο Περδικάρης όμως ήταν λαλίστατος και αυτό μας ικανοποιούσε.
Για κακή του τύχη όμως κυκλοφόρησε και ο γέρο Καψάλης για κανένα τσιγαράκι και κανένα κρασάκι από τους στρατιώτες και μόλις τον είδε τον εγνώρισε και είπε στους στρατιώτες:
- Αυτό το μούλο ποτίζετε κρασί, που με είχε βάλει πρόχωμα προχτές στη μάχη;
Του ρίξανε κανα δυο χαστούκια οι λοκατζήδες και μαρτύρησε.
Από κει και πέρα άρχισε η περιπέτεια. Έφαγε αρκετές από τους στρατιώτες, τον πήγανε στην αστυνομία και τον κλείσανε μαζί με τους άλλους.
Την άλλη μέρα τον πήρανε κι αυτόν μαζί, κι εκεί λέει πως τον ρίξανε στη θάλασσα. Αλλά αυτό είναι λίγο περίεργο, να πήγαινε πίσω από το καράβι και να έζησε.
Γιατί απ’ ότι ξέρω το καράβι έχει μια προπέλα πίσω που σε πενήντα μέτρα λιώνει ατσάλι, όχι άνθρωπο. Αλλά όλα είναι πιθανά. 
Μετά από χρόνια που έγινε ο Λουμάκης Νομάρχης Αρκαδίας, όταν κατέβηκε στο Άστρος πήγε ο Περδικάρης και τον αντάμωσε, και έμαθα πως του έδωσε και μια άδεια και έβγαλε ένα τρακτέρ με κορδέλα που έκοβε ξύλα.
Επίσης αναφέρεις ένα άλλο καυτό ζήτημα για τον αείμνηστο πρόεδρο Σαπουνακαιίκων Στυλιανό Μπουζιάνη τον οποίο εγνώριζα προσωπικώς διότι τα χωράφια μας στη Σοχά γειτονεύανε με τα χωράφια Σαπουνακαίικων και Τυρού. Ήταν ένας άνθρωπος ηλικιωμένος, νοικοκύρης και σοβαρός. Επίσης εγνώριζα και τον πρόεδρο Αγίου Βασιλείου γιατί και εκεί συνόρευαν τα χωράφια μας και λεγόταν Παναγιώτης Καράμπης, επίσης νοικοκύρης και σοβαρός και ήταν πρόεδρος το 1943 όταν ήρθαν οι πρώτοι αντάρτες από την Αράχωβα και κρυβόντουσαν στον Άγιο Βασίλη. Τότε πρωτοήρθανε ένας λόχος Ιταλοί να πιάσουν τους αντάρτες και κάψανε 4-5 σπίτια.
Πως αυτοί οι δυο πρόεδροι θα τολμάγανε να πούνε στους χωριάτες ο μεν Μπουζιάνης μην υπακούτε στο Λόχο Κομάντος  ή στο στρατό και ο Καράμπης μην τους δεχόσαστε τους αντάρτες, διώξτε τους να φύγουνε και μην πάτε μαζί τους;
Πράξη λίγο παράτολμη και για τους δυο, μου είναι δύσκολο να το πιστέψω για εκείνα τα δύσκολα χρόνια που ο καθένας κοίταζε πώς να προστατεύσει τον εαυτό του, ενώ δεν τόλμαγες να το πεις ούτε στα ίδια σου τα παιδιά.
Και εδώ θα αναφέρω ένα ζήτημα για τη δική μας οικογένεια.
Το 1944 όταν έγινε στην περιφέρειά μας η μεγάλη επιδρομή των Γερμανών, οι χωριάτες και οι αντάρτες ψάχνανε μέρος να κρυφτούνε.
Εκεί στο μέρος το δικό μας κοντά στον Άγιο Βασίλη που είχαμε τη στάνη μας και τα χωράφια μας αθέριστα ακόμα ήρθανε μερικοί Αγιοβασιλιώτες γνωστοί μας και μπήκανε στα χωράφια μας και κάνανε δήθεν ότι θερίζανε, και οι Γερμανοί δυο χιλιόμετρα πιο πάνω που είχανε στρατοπεδεύσει τους βλέπανε και δεν τους πειράζανε.
Το ίδιο βράδυ λοιπόν μόλις νύχτωσε να σου και ήρθανε καμιά εξηνταριά αντάρτες άοπλοι, αλαφιασμένοι και τρομαγμένοι.
Μπροστά ο κουμπάρος μας Γεώργιος Μπαλής με μια γκλίτσα στο χέρι και είπανε:
- Κουμπάρε που έχει τρύπες να κρυφτούμε, διότι έρχονται οι Γερμανοί και ψάχνουνε τον τόπο πιθαμή προς πιθαμή. Τους πολλούς θα τους στείλουμε κάτω στα ρέματα να κρυφτούνε και μας καμιά εικοσαριά να μας δείξετε τρύπες να κατέβουμε μέσα.
Έτσι και έγινε. Πήρε ο αδελφός μου Διαμαντής που ήτανε δεκαοχτώ χρονών και εγώ δεκαέξι, πήρε τους πολλούς και τρέξανε δυο ώρες δρόμο νύχτα και τους κατέβασε απέναντι από την Έλωνα που είναι ο μεγάλος βράχος, τους άφησε και γύρισε πίσω νύχτα. Εμείς πήραμε τους υπόλοιπους και τους κατεβάσαμε σε δυο τρύπες με σχοινιά. Εμένα μου είπε ο Μπαλής:
- Κουμπαράκι να μας φέρνεις λίγο νερό να πίνουμε να μην πεθάνουμε από τη δίψα.
Πράγματι μόλις νύχτωνε γέμιζα ένα μπετόνι Γερμανικό που χώραγε 18 οκάδες, το έκοβα στην πλάτη και πήγαινα καμαρωτός και περήφανος που ήμουνα 16 χρονών και πρόσφερα κι εγώ υπηρεσία.
Που να ξέρω και εγώ το τσοπανάκι τι θα πει Κομμουνισμός.Ούτε την είχα ακούσει αυτή τη λέξη.Καθίσανε μέσα στις τρύπες τρεις ημέρες κι όταν φυγανε οι Γερμανοί πηγαμε το βράδυ και τους βγάλαμε. Ηταν όλοι μισοπεθαμένοι από την υγρασία.Μας ευχαριστήσανε και φύγανε,αλλά το μεγάλο ευχαριστώ μας το είπανε μετά από τρία χρόνια.

Σε παρακαλώ φίλε Στρατή διάβασέ το με προσοχή.
Το 1947 στις 20 του Γενάρη ιδρυθηκε ο Λόχος Κομάντος.Πιστεύω να το θυμάσαι γιατί ήσουνα μεγάλος πια.
Έστειλε ο πατέρας μου τον αδελφό μου Διαμαντή στο Λενίδι να αγοράσει τρόφιμα να μας τα φέρει στο μαντρί στο Γερόβραχο, κι όταν κατέβηκε εδώ κάτω τον πιάσανε οι άρχοντες και οι έμποροι που θέλανε να φυλάξουνε τις περιουσίες τους και τα μαγαζιά τους και τον ντύσανε στρατιώτη στο λόχο Κομάντος δίχως τη συγκατάθεση του πατέρα μου και χωρίς να υπολογίζουνε τις συνέπειες που θα είχαμε εμείς στο βουνό από τους αντάρτες.

Όταν το μάθαμε μετά από δυο μέρες, θύμωσε ο πατέρας μου πάρα πολύ και ξεκίνησε και ήρθε κάτω να συγκρουστεί μαζί τους και να πάρει το παιδί πίσω.Όταν ήρθε κάτω τον αντιμετωπίσανε πολύ άσχημα, μόνο ξύλο που δεν έφαγε.
Του είπανε, ποιος θα σου φυλάξει την περιουσία σου που δεν θέλεις να πάει το παιδί σου στρατιώτης;
Και τους είπε ο πατέρας μου:
- Εμένα η περιουσία μου είναι εκεί πάνω στα βουνά.
Και του απαντήσανε.
-  Δεν σε πειράζουνε εσένα διότι τους έκρυβες στις τρύπες. 
Και έτσι γύρισε πίσω στενοχωρημένος και απογοητευμένος.
Δεν αργήσανε οι αντάρτες. Σε είκοσι μέρες στις 17 του Φλεβάρη, στείλανε αυτοί που τους κρύβαμε στις τρύπες, μη εξαιρουμένου και του κουμπάρου μας του Μπαλή, 10 αντάρτες πάνοπλους άγνωστους σε μας με κακές διαθέσεις ακόμα και να μας σκοτώσουν αν φέρναμε αντίσταση.
Ένας αντάρτης που ήταν 1.20 ύψος κόλλησε το αυτόματο όπλο του στο στήθος του πατέρα μου απειλώντας τον χυδαία κι ο πατέρας μου τους είπε με τρεμάμενη φωνή:
-  Βρε παιδιά συγγνώμη. Εσείς που πήγατε αντάρτες ρωτήσατε τους πατεράδες σας; Το ίδιο έπαθα κι εγώ. Το παιδί το έστειλα να φέρει τρόφιμα να φάει η οικογένεια κι αυτοί το ντύσανε στρατιώτη χωρίς να με ρωτήσουνε.
-  Να πας να το πάρεις πίσω, του είπανε. Πάμε στα στέρφα γίδια να μας δώσεις 5-6 τραγιά να φάει ο στρατός μας.
Πήγαμε πιο πάνω που είχαμε τα στέρφα και αντί για 5-6 βάλανε μπροστά 110 γίδια, όλα τα τραγιά που ήτανε πάνω από 40 κιλά και τα πήγανε στο Παλιοχώρι. Τα κάνανε τρία κοπάδια, ένα Παλιοχώρι, να Πλατανάκι, ένα Άγιο Βασίλη και τα σφάξανε όλα μονομέρα και τα φάγανε.
Με αυτό το νόμισμα μας πλήρωσαν οι αχάριστοι για τις υπηρεσίες που τους προσφέραμε κι όταν το μάθανε οι άλλοι εδώ στο Λενίδι είπανε:
-  Αντάρτικα ήταν τα γίδια και τα είχανε δώσει στον Σταθούση να τα φυλάει και τώρα τα πήρανε πίσω.

Αυτά τα γράφω για να πω πως ήταν μια κατάσταση τόσο άσχημη που είτε πρόεδρος ήσουνα είτε γονιός δεν μπορούσες να πεις πηγαίνετε ή μην πάτε.

Και τελευταίο άφησα να γράψω για τους δυο στρατιώτες που τους πιάσανε οι αντάρτες ζωντανούς και τον πρώτο Κωνσταντινο Κονδύλη τον σφάξανε και του κόψανε το δάκτυλο για να του πάρουν το δακτυλίδι.Το δευτερο στρατιώτη Σωτήριο Γκουγκούση τον πήρανε μαζί τους και δεν ξέρω που τον σκοτώσανε. Πάντως ζωντανός δε γύρισε στο σπίτι του.Αυτό το ξέρω από συγγενικό του πρόσωπο που αντάμωσα στο στρατό και μου το είπε.

Για τους δυο αντάρτες που έπιασε ο στρατός ζωντανούς δυο ώρες μετά τη μάχη που είχανε ανέβει επάνω στις ελιές για να κρυφτούνε και τους εκτελέσανε εν βρασμώ ψυχής. Ο ένας ήτανε από τον Τυρό και λεγότανε Δολιανίτης και ο άλλος δεν ξέρω από πού καταγόταν.

Και τώρα βασανίζω το μυαλό μου για να βγάλω κάποιο συμπέρασμα. Ποια από τις δυο πλευρές έχει δίκιο και ποια όχι. Δεν μπορώ να το ξεκαθαρίσω και η ζυγαριά δεν γέρνει ούτε αριστερά ούτε δεξιά.Κάθεται σταθερή στη μέση,που σημαίνει ότι έχουνε και οι δυο πλευρές την ίδια ευθύνη.
Γι αυτό κι εγώ αφήνω να τους κρίνει η ιστορία.

Να ευχόμαστε και να προσευχόμαστε να μην ζήσουν ανάλογες καταστάσεις οι επόμενες γενιές,διότι το αποτέλεσμα όλων αυτών των γεγονότων ήτανε η καταστροφή,ο θάνατος και το μίσος που δυστυχώς ακόμα και σήμερα λίγο πολύ υπάρχει.

Αυτά έχω να πω αγαπητέ Στρατή Κουνιά και όταν σου δοθεί η ευκαιρία έλα να τα πούμε από κοντά.
Γιατί εσύ ήσουνα τότε πιο μικρός από εμένα και σε ασφαλές μέρος. Ενώ εγώ ήμουνα εκτός της φυλασσόμενης ζώνης εκτεθειμένος στους κινδύνους.


                                                                                                          Χρήστος Σταθούσης

5 σχόλια

  1. Αγαπητέ Χρήστο, πολύ ωραία τα γράφεις, χρήσιμα για να μαθαίνουν οι νεότεροι. Τον Γιάννη Περδικάρη τον είχα επισκεφθεί σπίτι του στο Άστρος 3 φορές, μου έκανε και το τραπέζι. Τον έριξαν στο πλάι του πλοίου και τον τράβαγε το πλοίο. Μου το είχε επιβεβαιώσει και υπολοχαγός των ΛΟΚ, που ήταν στο πλοίο, έμενε κοντά στο Χίλτον και τον επισκέφθηκα σπίτι του. Αυτά που έλεγε ο Καψάλης ήταν στη φαντασία του. Ο Περδικάρης ήταν στο τάγμα του Τσουκόπουλου, που στη διάρκεια της μάχης ήταν στην Πραγματευτή και όχι στο Λεωνίδιο. Για τον Στυλιανό Μπουζιάνη υπάρχουν άνθρωποι που θυμούνται. Αν επισκεφθείς τον Τυρό, στο καφενείο απέναντι από το φούρνο, στο δρόμο προς Αθήνα, θα επιβεβαιώσουν αυτά που γράφω. Ο Γιώργος Μπαλής ήταν στο πρώτο αντάρτικο αλλά όχι στον εμφύλιο, εγκατέλειψε το 1946 και έμενε στο Λεωνίδιο. Είχε γράψει και πολλά αντάρτικα τραγούδια. Για τον ανθυπολοχαγό Κατσικοκέρη που εκτέλεσε τον όμηρο αντάρτη Δολιανίτη δεν το αναφέρεις.
    Για τον Στρατιώτη Κωνσταντίνο Κονδύλη είναι περίεργη η περίπτωσή του, τον πολίτη που είχαν συλλάβει οι αντάρτες τον άφησαν και ήλθε σπίτι του. Δυστυχώς είναι αργά να μάθουμε την αλήθεια, οι αντάρτες που τον συνόδευαν δεν είναι τώρα στη ζωή.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Θα ήθελα να αναφερθώ σε μια μαγνητοφωνημένη συνέντευξη που έχει δώσει ο Γιάννης Περδικάρης στον Νίκο Θεοδωράκη και στην οποία εξιστορεί όλα τα γεγονότα που βίωσε ο ίδιος κατά την διάρκεια του εμφυλίου.
    Η συνέντευξη αυτή έχει διάρκεια 5 ώρες και έγινε πριν από 4 χρόνια. Θα ήταν σωστό να ζητήσουμε και εφόσον δεν έχει αντίρρηση ο ίδιος ο δημοσιογράφος, να ακούσουμε κάποια σημεία που αναφέρονται σε ιστορικά γεγονότα που έχουν σχέση με τον τόπο μας.
    Θα πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά, γιατί αυτά μάλλον δεν είναι τόσο απλά όσο νομίζουμε. Θα ξεκινήσουμε από τα πλέον βασικά τα οποία είναι παντελώς άγνωστα σε πολλούς.
    Λέει λοιπόν ο Περδικάρης ότι στις 20 Γενάρη το τάγμα το δικό μου με διοικητή τον Αλέκο Τσουκόπουλο και λοχαγό τον Μπελά είμαστε παραταγμένοι στη θέση από την Ρομποτίνα μέχρι τον Τυρό, την ημέρα κάναμε αφάνεια και την νύχτα κρυφτήκαμε κοντά στους αερόμυλους. Η εντολή ήταν να προσέχουμε προς τη θάλασσα για τυχόν εμφάνιση πολεμικών πλοίων.
    Όλοι την νύχτα ακούγαμε από το Λεωνίδιο μόνο τα μπαζούκας, το πολυβόλα δεν τα ακούγαμε. Το πρωί φύγαμε, περάσαμε από τον μέσα Τυρό όπου μας έδωσαν ψωμί και ελιές, στη συνέχεια φτάσαμε στην Παλιόχωρα και το βράδυ στρατοπεδεύσαμε στο πηγάδι του Χιόνι.
    Συμπέρασμα. Ο Γιάννης Περδικάρης σωστά αναφέρει ο κος Κουνιάς το βράδυ της μάχης δεν βρισκόταν στο Λεωνίδιο αλλά σε άλλο σημείο αρκετά μακριά, πράγμα που καθιστά εντελώς αδύνατη την εμπλοκή του με τον Καψάλη. Αναφέρει βεβαίως ότι κρατούμενος μετέπειτα, σε κάποιο κτίριο με πολεμίστρες στο Λεωνίδιο όπου στα υπόγεια κρατούντο οι αιχμάλωτοι αντάρτες που είχαν πιαστεί στον Αι Βασίλη, ήρθε κάποιος με μεγάλα μουστάκια και τον χτυπούσε με μία μεγάλη μαγκούρα ισχυριζόμενος ότι το βράδυ της μάχης τον είχε πιάσει αιχμάλωτο και τον απειλούσε με ένα οπλοπολυβόλο.
    Τον άνθρωπο αυτόν λέει ο Περδικάρης δεν τον ήξερα και δεν καταλάβαινα γιατί με χτυπούσε.
    Όσον αφορά το τι συνέβη κατά την μεταφορά του πάνω στο πολεμικό πλοίο ο Περδικάρης λέει ότι μας πήγαν στο καράβι Αξιός που ήταν αγκυροβολημένο ανοιχτά του Λεωνιδίου με ένα καΐκι. Στη διαδρομή από το Λεωνίδιο στο Ναύπλιο, κρέμασαν εμένα και άλλους δύο με συρματόσχοινο αφού πρώτα μας δέσανε τα χέρια με σχοινί λίγο πίσω από την πλώρη στα πλευρά του πλοίου σχεδόν όλο το σώμα μας ήταν μέσα στη θάλασσα, με δυσκολία αναπνέαμε και μόνο όταν το κεφάλι μας ήταν έξω από το νερό. Τελειωμένος ήμουν σε κάθε περίπτωση λέει ο Περδικάρης. Σκέφτηκα προς στιγμή να ανοίξω το στόμα μου να πιω νερό να πεθάνω, αλλά κάτι μου έλεγε μέσα μου μην το κάνεις. Εμένα ο φαντάρος με λυπήθηκε και μου πέρασε το σχοινί σφιχτά γι’ αυτό και δεν λύθηκε, οι άλλοι δύο συναγωνιστές μου λύθηκαν τα σχοινιά και πνίγηκαν ανοιχτά στο πέλαγος πριν το Ναύπλιο.
    Έτσι δικαιολογείται το πώς επέζησε αφού τον κρέμασαν στην πλώρη και το συρματόσχοινο ήταν δεμένο προφανώς σε κάποιο σημείο πάνω στο πλοίο, κάθετα προς την θάλασσα στην υπήνεμη πλευρά και όχι στην πρύμνη όπου θα είχε διαμελιστεί προφανώς από τα απόνερα της προπέλας.. Θεωρώ το στοιχείο αυτό πολύ σημαντικό γιατί ήταν αδύνατο να είχε επιζήσει κρεμασμένος παρά μόνο σ αυτό το σημείο.
    Αυτά λέει ο Περδικάρης σε μια συνέντευξη που σε αφήνει καθηλωμένο κυριολεκτικά για πέντε σχεδόν ώρες μιλώντας πότε με οργή και λύπη και πότε με πίκρα .
    Στόχος αυτού του κειμένου είναι να οπλίσει τον αναγνώστη με γνώση και να μάθει τι έγινε στον εμφύλιο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ακριβώς όπως τα γράφει ο Γιάννης Παρασκευάς μου τα εξιστόρησε ο μακαρίτης μπαρμπα Γιάννης Περδικάρης, δυό χρόνια, περίπου, πριν πεθάνει, σε μια συνέντευξη, πιο πολύ μονόλογο, την οποία ο ίδιος ήθελε να μου δώσει για να μείνουν γραμμένες από τα χείλη του οι εμπειρίες και οι μνήμες του. Ήταν παραμονή της γιορτής του Αη Γιάννη, Γενάρης μήνας όταν μίλησε σε έμένα και τη σύζυγο και συνάδελφό μου, παρουσία του καστρίτη καθηγητή μαθηματικών κου Καραγιάννη και της συζύγου του. Ήμασταν παρέα περισσότερες από 10 ώρες και σταματούσε την αφήγησή του μόνο για να πιεί λίγο νερό και να σκουπίσει τα ευαίσθητα μάτια του που έβλεπαν τις εικόνες που είχε ζήσει να περνούν μέσα από τις κόρες τους!... Έχω πολλά ακόμη στο μυαλό μου να πω..., ίσως κάποια άλλη φορά.
    Ευχαριστώ.
    Νίκος Θεοδωράκης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Αγαπητέ Στρατή σου γράφω για να σου πω αυτά που είδα και ξέρω.
    Πρώτον, για τον Γιάννη Περδικάρη το ξέρω πως ήταν στο τάγμα του Τσουκόπουλου που έλεγχε το Ανατολικό μέρος, αλλά ένα τμήμα ήταν και στη μάχη στη Σίο.
    Γι αυτό ήτανε και ο Περδικάρης, όταν τον αναγνώρισε ο γέρο Καψάλης ήμουν αυτόπτης μάρτυρας, αυτό έγινε στην ταβέρνα του Σαντάρμη που ήτανε εκεί που είναι σήμερα το εμπορικό του Μίμη Δολιανίτη κοντά στο δικό σας μαγαζί, και όταν τον είδε εσήκωσε τη μαγκούρα αλλά δεν τον αφήσανε οι λοκατζήδες να την κατεβάσει.

    2ο θέμα για τον Μπουζιάνη, αλλοίμονο να μην ξέρω το μαγαζί των αδελφών Μπουζιάνη που είμαστε και φίλοι, αλλά λέω πως εκείνα τα δύσκολα χρόνια, πως ήτανε δυνατόν ένας πρόεδρος να πάρει μια τέτοια θέση, και αυτός και στον Άγιο Βασίλη ο Κωνσταντίνος Καράμπης, διορθώνω το όνομα γιατί Παναγιώτη λέγανε τον γαμπρό του τον Κούκο.
    3ο θέμα, ο κουμπάρος μας ο Γεώργιος Μπαλής ήτανε και στο δεύτερο αντάρτικο αλλά παραδόθηκε στο τέλος του 1946 στην Καστάνιτσα, και επήγε σε ένα χωριό της Τεγέας σε κάποιον γνωστό του ονόματι Μάσας. Αυτό μας το επιβεβαιώνει ένας γιος του που είναι σταφιλοπαραγωγός και έμπορος και έρχεται τακτικά στο Λεωνίδιον με κρασιά.
    Όσο για τα τραγούδια που είχε γράψει, το πρώτο: Στον Άγιο Βασίλη στο χωριό είναι φωτιά και καίει, που ήρθανε οι Ιταλοί βαλαν φωτιά στα σπίτια, και κάψανε τρεις γειτονιές και του Μπαλή το σπίτι, και το δεύτερο τραγούδι: Της Καστανίτσης οι ξανθές, τ’ Αη Βασίλη οι Ρούσες, και οι μαυρομάτες του Κοσμά οι Γαιτανοφρυδούσες.
    Αυτά αγαπητέ Στρατή το 1943 που ήμουνα 15 χρονών τσοπανάκος τα είχα χιλιοτραγουδήσει με τη φλογέρα μου.

    4ο θέμα, λες πως δεν αναφέρω κάτι για τον Κατσικοκέρη. Δεν αναφέρω διότι δεν είδα με τα μάτια μου και δεν ήμουνα εκεί. Έχω μόνο πληροφορίες. Γι αυτό λέω αφήνω να τους κρίνει η ιστορία.

    5ο θέμα γράφεις για τον πολίτη που αφήσανε και ήρθε σπίτι του. Αυτό το γράφω και στο βιβλίο μου γιατί ο Δημήτρης Χείλαρης ήτανε συνομήλικός μου και γείτονας μου. Για τον Στρατιώτη Σωτήριο Γκουγκούση από την Σιάτιστα γράφω πως δεν ξέρω που τον σκοτώσανε.
    Αυτά είχα να απαντήσω και δεν θα ξανά γράψω τίποτα δημοσίως, ξέρω πολλές πληροφορίες όταν κατέβεις στο Λεωνίδιον και θέλεις έλα να τα πούμε.

    Εδώ θα κάνω μια μικρή παρένθεση για τον κουμπάρο μας Γεώργιο Μπαλή. Λες πως όταν έφυγε από το αντάρτικο ήρθε και έμεινε στο Λεωνίδιον αλλά εδώ δεν τον σήκωνε το κλήμα διότι το 1944 το Μάιο στο Παλιοχώρι ήτανε γραμματέας του Ανταρτοδικίου και καταδικάσανε εις θάνατο ένα παλικάρι 26 χρονών από την Βασκίνα δίχως αιτία, τον Γεώργιο Θεοδ. Κυρίο, και αν ερχότανε στο Λεωνιδίον θα τον ξεπουπουλιάζανε τα αδέλφια του, γιατί ήταν πολύ σκληρά.
    Γι’ αυτό πήγε προς την Τεγέα, αλλά και από εκεί πέρναγε ο λόγος του, διότι είχε αφήσει πίσω το μεγάλο του γιο τον Θανάση αντάρτη με βαθμό αξιωματικού.
    Επίσης το 1948 πήγε αντάρτης και ο άλλος του γιος ο Ηλίας, τον οποίο το 1944 που είχαμε κατεβάσει στην τρύπα τον πατέρα και την μάνα του, τον κράτησα εγώ πάνω και του έδωσα μια μαγκούρα πιο μεγάλη από το μπόι του, να φαίνεται πως είναι τσοπανάκος. Μετά είχε εγκατασταθεί στην Κοζάνη και δούλευε στα ΚΤΕΛ, και τον παρακαλώ αν βλέπει αυτά που γράφουμε, όταν ποτέ κατέβει κάτω θέλω να ανταμώσουμε, να τα πούμε και να συγχωρεθούμε τώρα που πλησιάζει το τέλος μας.
    Ευχαριστώ.
    Χρήστος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Χρήστο ένα τελευταίο σχόλιο. Ο Ι Περδικάρης με την υποχώρηση των ανταρτών, βρέθηκε στον Άγιο Βασίλη, όπου κατέλυσε το τάγμα Τσουκόπουλου, που ήταν από Πραγματευτή και πέρα. Οι άλλοι αντάρτες πήγαν Κοσμά, Πλατανάκι και Παλιοχώρι. Στη μάχη δεν βάζεις μπροστά σου για προστασία άνθρωπο διότι θα σκοτωθείς και εσύ.
    Ο Καψάλης με το λυχνάρι που είχε θα γνώριζε τη νύχτα τον αντάρτη; Βρήκε ευκαιρία να κάνει τον παλικαρά.
    Όταν ήλθαν το Πάσχα του 1944 οι Γερμανοί στη Βασκίνα, μαζί με ταγματασφαλίτες, συνέλαβαν τον Γιώργο Θ. Κυρίο, στο ίδιο δωμάτιο φυλακισμένος ήταν και ο Μενέλαος από το Παλιοχώρι. Τότε συνέλαβαν και τον Ντινάρα ως υπεύθυνο του ΕΑΜ στη Βασκίνα και τον εκτέλεσαν στη Σπάρτη. Η δίκη του Γιώργου Κυρίου έγινε στις 15 Σεπτεμβρίου 1944 στο Παλιοχώρι, δεν πήγε κανείς να τον υπερασπιστεί. Την προηγούμενη μέρα έγινε η δίκη των 10 από το Λεωνίδιο και πήγαν πολλοί μάρτυρες υπεράσπισης από το Λεωνίδιο, όπως ο Γιατρός Στέλιος Μερικάκης, Νίκoς Κατσούλος και άλλοι. Αυτούς τους δίκασαν τρεις μήνες περιορισμό στα Πελετά. Πρόεδρος του ανταρτοδικείου ήταν ο συνταγματάρχης Τσικλητήρας. Ο Γιώργος Κυρίος θα είχε σωθεί αν υπήρχαν μερικοί αξιόπιστοι μάρτυρες υπεράσπισης
    Όλη η προσοχή δόθηκε στην προηγούμενη δίκη και ο Γιώργος πήγε ανυπεράσπιστος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Ads Place